- Θάσι'
- Θάσια , Θάσιοςofneut nom/voc/acc plΘάσιε , Θάσιοςofmasc voc sgΘάσιαι , Θάσιοςoffem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Thasos (antike Stadt) — … Deutsch Wikipedia
οὔθασι — οὔ̱θασι , οὖθαρ udder neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)